Όταν ο κάμπος της Μεσαράς ήταν γεμάτος χοντρολιές, γαϊδουράκια και χαρούμενες παρέες
Τις Κυριακές από τα μέσα του Νοέμβρη και μετά αλλά και τις διακοπές των Χριστουγέννων, σαν ήμασταν παιδιά, ξυπνούσαμε αξημέρωτα. Ήταν οι μέρες που είχαμε κενές από το σχολείο, αφού τα Σάββατα κάναμε μάθημα, αλλά τις Κυριακές παίρναμε άδεια από τον υποχρεωτικό εκκλησιασμό. Μόλις σηκωνόμαστε παίρναμε το πρωινό στα γρήγορα και σε λίγα λεπτά ήμασταν στο δρόμο. Με τα παγωμένα χεράκια μας μέσα στις τσέπες, με σκούφους και μπολιδάκια στα κεφάλια και τα παγωμένα μας πόδια μέσα σε κόκκινα λαστιχένια γαλοτσάκια. Στο δρόμο για τα σώχωρα, τις ελιές στον Άγιο Παντελεήμονα, στους Τροχάλους, στις Καλυφτές, στου Κλαρώνι ή στου Κατρίνη το Μύλο συναντούσαμε κι άλλες παρέες. Περπατούσαμε, μερικές φορές και πέντε χιλιόμετρα, για να φτάσουμε στο λιόφυτο. Ήταν πριν ο κάμπος της Μεσαράς γεμίσει με κορωνέικες ελιές, τα γνωστά μας ψιλολίδια και πριν έρθουν τα σκαφτικά και οι τρίκυκλες ... ως μέσα μεταφοράς. Έτσι όλα τα νοικοκυριά είχαν το γαϊδουράκι τους. Εμείς είχαμε μια θεόρατη θηλυκιά καφέ γαϊδούρα