Αναρτήσεις

Μνήμες από την Παναγία την Βύθανο την μέρα της Ζωοδόχου Πηγής

Εικόνα
  Με τις πιο γλυκές αναμνήσεις των παιδικών τους χρόνων έχουν δέσει τη σημερινή γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής πολλοί άνθρωποι από την περιοχή της Μεσαράς. Ήταν πριν από δεκαετίες όταν την Παρασκευή μετά το Πάσχα, σαν σήμερα δηλαδή, που μέσα στη νύχτα και πολλές φορές και με τα πόδια ανηφορίζαμε προς το Λέντα. Μετά το χωριό Κρότος, στρίβοντας αριστερά μέσα από ένα δύσβατο μονοπάτι, που όπως μαθαίνω έχει γίνει πλέον ένας καλός χωματόδρομος, φθάναμε στην Παναγία τη Βύθανο. Ο μικρός ναός μέσα στη σπηλιά δεμένος με θρύλους και παραδόσεις ήταν πάντα κάτι μαγικό και μυστηριώδες για μας. Εκτός από προσκύνημα στο ναό, η επίσκεψη στη Παναγία τη Βύθανο κάθε χρόνο ήταν κι ένα “προσκύνημα” στην απίστευτη Κρητική φύση αφού από το χώρο που βρίσκεται ο ναός μπορείς να αφήσεις το βλέμμα να πλανηθεί στην απεραντοσύνη της θάλασσας και να θαυμάσει όλες τις αποχρώσεις του γαλάζιου με το Λιβυκό πέλαγος να απλώνεται μπροστά σου. Το νερό που έτρεχε από το ταβάνι του της λειτουργίας και το χρησιμοποιούσαν οι

Mεγάλη Πέμπτη με άρωμα από ζυμωτά, ξυλόφουρνους, ντολμαδάκια, θυμίαμα και λεμονανθούς

Εικόνα
  Η Μεγάλη Πέμπτη είναι ίσως ... η μεγαλύτερη και πιο φορτωμένη μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας. Στα Κρητικά χωριά που οι άνθρωποι βίωναν το Πάσχα με διαφορετικό τρόπο κι έκαναν όλα τα πράγματα μόνοι τους, αλλά και η μακρά ακολουθία των δώδεκα Ευαγγελίων έφθαναν τους ανθρώπους αργά τη νύχτα νε σέρνονται ως τα κρεβάτια τους. Και τα παιδιά δεν εξαιρούνταν φυσικά από τις διαδικασίες και την κούραση. Αν η Μεγάλη Πέμπτη είχε μια μυρωδιά δε θα μπορούσες να τις βρεις. Πως να το κάνεις άλλωστε όταν οι μυρωδιές από τους φούρνους με το ζυμωτό ψωμί μπερδευόταν με το τσικάλι τους ντολμάδες με τα φρέσκα αμπελόφυλα και τους μαζεμένους στο απόι του πρωινού κολοκυθανθούς. Και να ταν μόνο αυτές. Τα αυγά που έβραζαν για να γίνουν μετά λίγο λιγότερρα από κόκκινα, για όσους επέμεναν να χρησιμοποιούν τα κερεμμυδόφυλα ή πανντζάρια για το άλικο κόκκινο χρώμα έδιναν μια ακόμα ιδιαίτερη μυρωδιά καθώς φύλλα από τσουκνίδες, μαντιλίδες και άλλα φυτά τυλίγονταν μαζί με το αυγό σε γυναικείο νάυλον καλτσόν για να δώσουν

Ζώντας κάθε Μεγαλοβδομάδα το θαύμα με το προζύμι στα πόδια του Σταυρωμένου Ιησού!

Εικόνα
Η πιο έντονη ίσως παιδική ανάμνηση από την Μεγάλη Εβδομάδα είναι αυτή της δημιουργίας του προζυμιού κάτω από το Σταυρό την ώρα που ο παπά Παντελής διάβαζε τα δώδεκα Ευαγγέλια. Επρόκειτο για μια τελετουργία που την είδα να επαναλαμβάνεται πολλές φορές χωρίς ποτέ να μπω στη διαδικασία να την ερμηνεύσω με επιχειρηματολογία που θα στηριζόταν σε λογική και στοιχεία. Το περιμέναμε κάθε χρόνο, κάτι σαν έθιμο. Και ήταν η θεία η Φροσύνη που αναλάμβανε την υλοποίηση της. Το σπίτι της ήταν κοντά στην εκκλησία του Αφέντη Χριστού στην Πλώρα. Έτσι ην κατάλληλη ώρα (πάντα αναρωτιόμουν πως την καταλάβαινε) πήγαινε στο σπίτι. Όταν γύριζε πίσω κρατούσε ένα τσίγκινο λεκανάκι, λίγο αλεύρι και ένα τσισβεδάκι (μπρίκι) με ζεστό νερό. Γονάτιζε στη βάση του ξύλινου Σταυρού, που είχε επάνω τον Εσταυρωμένο Ιησού και πολλά στεφάνια και έριχνε λίγο ζεστό και λίγο κρύο νερό στο λεκανάκι. Έπιανε από τα στεφάνια που κρεμόταν πάνω από το κεφάλι της λίγα πέταλα λουλουδιών τα έριχνε στο νερό και μετά αλεύρι. Με τα ροζ

Αγώνας δρόμου, πείνα και δουλειές ως το Τροπάριο της Κασσιανής

Εικόνα
Βαριά μέρα η Μεγάλη Τρίτη καθώς μπαίναμε στην τελική ευθεία για τη σταύρωση του Ιησού που ως παιδιά τη βιώναμε με ένα μοναδικό τρόπο. Λίγο το στομάχι που διαμαρτυρόταν έξω από τα συνηθισμένα, λίγο το πένθιμο κλίμα που άρχιζε να .. βαραίνει, ήταν κι εκείνη η Κασσιανή που ποτέ δεν είχαμε την υπομονή να ακούσουμε ολόκληρη την ιστορία, αν και πάντα είχαμε την έννοια να ρωτάμε, μας έβγαζαν από τα ... νερά μας! Όταν κατά τη διάρκεια των παιχνιδιών της μέρας ζητούσαμε από το μεγαλύτερο μας ξάδερφο να μας πει ποια είναι η Κασσιανή έπαιρνε το περισπούδαστο ύφος του μεγάλου και μας απαντούσε : «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, θα το ακούσετε και το βράδυ». Κι έτσι μέναμε με την απορία. Μετά το πρωινό, ο Θεός να το κάνει, τσάι με παξιμάδι, οι μεγάλοι μας μάζευαν εμάς τα παιδιά, να μας αναθέσουν τις «δουλειές» της μέρας. Η πάστρα στα σπίτια συνεχίζονταν και τα παιδιά κουβαλούσαν κουβαδάκια με νερό, ξεκρέμαγαν κουρτίνες, ή έκαναν πως βοηθούσαν στο πλύσιμο των χαλιών. Η πιο δυσάρεστη δουλειά

Αλήθεια τί άλλαξε από τότε που η γιαγιά μου ψήφιζε με σταυρωμένα ψηφοδέλτια;

Εικόνα
  Η γιαγιά μου ήταν μια γυναίκα πανέξυπνη αλλά μισότυφλη και αγράμματη. Παρακολουθούσε και άκουγε όσα μπορούσε από το ράδιο, την ασπρόμαυρη τηλεόραση με τα δύο κρατικά κανάλια, ο παππούς μου της διάβαζε κάθε μέρα την εφημερίδα. Δε συμμετείχε σε “πολιτικές” συζητήσεις, ήταν χαμηλών τόνων από χαρακτήρα, αλλά και πάντα κάποιο είχε να φροντίσει από τα 7 παιδιά της και τα 17 εγγόνια της. Με ένα δικό της ιδιότυπο τρόπο όμως είχε και άποψη και κριτήριο. Έτσι κάθε φορά που ερχόταν εκλογές αφού δεν έβλεπε και γράμματα δεν ήξερε ζητούσε να της σταυρώσουν το ψηφοδέλτιο, υποδεικνύοντας ωστόσο κόμμα – συνδυασμό αλλά και υποψήφιο. Πάντως η γιαγιά μου με σταυρωμένο ψηφοδέλτιο ψήφιζε. Όπως και η θεία μου που νιόπαντρη τότε, διαφωνούσε πολιτικά με τα πιστεύω της οικογένειας του συζύγου. Έτσι ο σύζυγος πήγαινε και χρονομετρούσε για μέρες την ώρα που χρειαζόταν από την πόρτα ως το παραβάν, την τοποθέτηση του σταυρωμένου ψηφοδελτίου στο φάκελο και την έξοδο ως την κάλπη. Η θεία το έπαιρνε το σταυρωμένο ψη

Χτίζοντας αναμνήσεις σε άλλους τόπους με καινούριους ανθρώπους

Εικόνα
 Φέτος δεν πήγα στο χωριό μου το Πάσχα. Κι ας ήξερα πως ήταν ωραία, πιο ωραία από οπουδήποτε αλλού.  Ήταν εκείνος  ο κόμπος  που ανεβαίνει στο λαιμό εδώ και χρόνια κάθε φορά που ο νους  γυρίζει στα παλιά που μπαίνει εμπόδιο για  μια γιορτινή μέρα στον  τόπο που έζησα τα ομορφότερα Χριστούγεννα, τα πιο λαμπρά Πάσχα και τα πιο γλεντζέδικα πανηγύρια της ζωής μου. Γιατί τι είναι οι τόποι άραγε χωρίς τους ανθρώπους τους δικούς σου, εκείνους που μοιράστηκες   στιγμές, έκανες όνειρα και ένοιωσες   τη ζωή   σε ρυθμούς   χαρούμενους; Βέβαια πάντα υπάρχουν αυτοί   που μένουν αλλά αν δε σε περιμένει ένα πατρικό σπίτι με δυο γονείς ηλικιωμένους   που η παρουσία σου τους δίνει μια παράταση ζωής, τίποτε δεν είναι ίδιο. Είναι κι εκείνες οι πολύτιμες   στιγμές με τις μυρωδιές από τους λεμονανθούς , τα κορίτσια με τα εγκώμια, η μελωδική φωνή του παπα Παντελή στην εκκλησία,     ο παππούς μου ο Βαγγέλης στο ψαλτήρι, ο μπαμπάς , η μαμά, οι θείες που δεν είναι πια κοντά μας, τα ξαδέρφια που μεγάλωσαν.

Ο παππούς μου στα 85 του φύτευε Βαγιές για τους Σταυρούς

Εικόνα
  Ο παππούς μου ο Βαγγέλης, που έφυγε πριν από χρόνια πολλά, έχει μείνει στην μνήμη μας ως ένας άνθρωπος όχι συνηθισμένος. Στην εμφάνιση μπορώ να πω πως δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο. Ήταν ένας παππούλης κοντούλης, με λαμπερά καστανά μάτια, και γένια και μαλλιά λευκά, σαν το μπαμπάκι. Στο χαρακτήρα δεν ήταν καθόλου συνηθισμένος. Υπήρξε ένα παιδί που μεγάλωσε με τον πατέρα του, χωρίς να γνωρίσει την μητρική αγκαλιά και παντρεύτηκε την καλοκάγαθη γιαγιά μας με αυθορμητισμό, ίσως και μια δόση επιπολαιότητα. Απέκτησαν και με στερήσεις όλης της οικογένειας κατάφεραν να μεγαλώσουν οκτώ παιδιά. Ο παππούς, ένας τύπος αρκετά μποέμ για την εποχή του αρέσκονταν στις βόλτες και στις παρέες χωρίς να παραλείπει ωστόσο την καθημερινή μάχη με τη γη του. Είχε παιδιά, χωράφια, σπαρτά, αλώνια, έχνη και πολύ όρεξη για ζωή σχεδόν ως την τελευταία μέρα της ζωής του. Αν και όλες οι εποχές έμοιαζαν να είναι δικές του με το κέφι του και τις όμορφες ιστορίες που διηγούνταν από την αιχμαλωσία του  στη Μικρά Ασί