Λιομαζώματα μιας άλλης εποχής και η Κρήτη στον αστερισμό της χοντρολιάς
Με μαζώχτρες, καλάθια και φάρδους, πληρωμή με οκάδες, γαϊδουράκια και άλεσμα με τους μποξάδες
Τότε η Κρήτη ήταν γεμάτη χοντρολιές. Ήταν η βασική διαφορά τέτοιες μέρες, στην εποχή του λιομαζώματος αλλά δεν ήταν η μόνη. Τα ανθρώπινα χέρια είχαν τον πρώτο ρόλο στο μάζεμα της ελιάς, όπως και σήμερα αλλά χωρίς τα μηχανάκια, τις βέργες – τέμπλες κλπ.
Και σίγουρα η ζωή είχε άλλους ρυθμούς. Οι άνθρωποι ξυπνούσαν
το πρωί φόρτωναν καλάθια, φάρδους και το φτωχικό τους κολατσιό στο γαϊδουράκι
κι έφευγαν. Ο αρχηγός της οικογένειας ή το πιο ηλικιωμένο μέλος στο γαϊδουράκι
κι οι υπόλοιποι με τα πόδια.
Σε αυτές τις εποχές η αξία μιας “μαζώχτρας”, όπως έλεγαν τις
νέες κοπέλες και γυναίκες που μάζευαν επαγγελματικά ελιές, ανεκτίμητη ειδικά
για τους νοικοκυραίους που είχαν πολλά δέντρα. Τόσο ανεκτίμητη όμως που
αποτιμούνταν σε δύο οκάδες λάδι τη μέρα!
Όπως λένε οι παλιοί “δεν έβλεπες τα χέρια τους”. Και το
κολατσιό σταφιδολιές, ψωμί και κρεμμύδι κι αν το αφεντικό ήταν από πλουσιόσπιτο
και κουβαρντάς, άντε και λίγο τυρί. Οι ελιές δε μαζεύονταν μονομιάς, αφού
κανείς δεν τις “ζόριζε”. Τις άφηναν να πέφτουν μόνες τους και πήγαιναν και τις
μάζευαν. Κι έκαναν κι ένα, και δύο και πέντε μαζωχτούς!
Τις ελιές τις κουβαλούσαν πίσω στο χωριό με τα γαϊδουράκια
και τις άλεθαν μετά από αρκετές μέρες στα ελαιουργεία με τους μποξάδες. Κι έτσι
το λάδι δεν ήταν γραμμές αλλά οξέα. Ένα λάδι βαρύ και μεστό που σήμερα ακόμα κι
αν υπάρχει δύσκολα μπορούμε να το καταναλώσουμε.
Κι αυτό γινόταν όλο το Χειμώνα. Γιατί ήταν και η μοναδική
δουλειά που έπρεπε να γίνει. Γιατί τότε ο χρόνος είχε την πραγματική διάσταση
του χωρίς να τον “σπρώχνει” κανείς. Κι αν αυτό φαντάζει “ποιητικό” δεν είναι.
Μιλάμε για ανθρώπους που έζησαν δύσκολα και σκληρά, για γυναίκες που δεν έμαθαν
ποτέ τι θα πει κρέμα ημέρας και νύχτας και δεν πήγαν ποτέ σε αισθητικούς.
Σιγά – σιγά οι εποχές άλλαξαν με καθοριστικό σημείο την εισβολή της ψιλολιάς ή κορονέικης που σήμερα κατακλύζει το νησί. Στην αρχή υπήρχαν τα χτενάκια (μικρές τσουγκράνες που έριχναν τις ελιές) και μετά ήρθαν τα ελαιοραβδιστικά βενζινοκίνητα μηχανάκια που εξελίσσονται συνεχώς. Τώρα οι ελιές μαζεύονται αυθημερόν μεταφέρονται με τα αυτοκίνητα και αλέθονται το βράδυ στα υπερσύγχρονα ελαιουργεία.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου