Οι ξαφνικές μπόρες, ο μεγάλος εχθρός των οψιγιάδων και των ανθρώπων
Όσο οι σταφίδες ήταν στους οψιγιάδες, η ψυχή ήταν .... στην κούλουρη! Κάθε απόγευμα πηγαίναμε μικροί και μεγάλοι να δούμε τη σταφίδα μας, να παρακολουθήσουμε την ξήρανση.
Κι όταν ξεραινόταν από τη μια πλευρά, τη γυρίζαμε από την άλλη, πατώντας ευλαβικά στις άκρες και σκύβοντας με φροντίδα και αγάπη πάνω από το προϊόν που θα εξασφάλιζε ένα καλό Χειμώνα στην οικογένεια.
Φυσικά δεν ήταν μόνο η πέραση του σπιτιού, ήταν και οι σπουδές των παιδιών, οι αγορές καινούριων χωραφιών και οικοπέδων στις Μοίρες και στο Ηράκλειο, στηρίζονταν σε ένα μεγάλο βαθμό στη σταφίδα. Με δύο προϋποθέσεις όμως: σκληρή δουλειά και αιματηρές οικονομίες.
Οι γονείς μας βλέπετε ήταν παιδιά της κατοχής κι έμαθαν από μικροί να αγωνίζονται και να ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον για τα δικά τους παιδιά. Και ξαφνικά εκεί που όλα φαίνονταν να πηγαίνουν καλά, τον αγαπημένο κατά τα άλλα μήνα Αύγουστο και λίγο στις αρχές του Σεπτέμβρη, ξαφνικά ο ουρανός σκούραινε και οι καρδιές έφευγαν από τη θέση τους.
Αμέσως παίρναμε τους δρόμους για τους οψιγιάδες για να σώσουμε το χρυσάφι της γης από τις ξαφνικές Καλοκαιρινές μπόρες, να σώσουμε ότι μπορούσαμε σκεπάζοντας τις σταφίδες. Δύσκολη υπόθεση να σωθούν καθώς οι μπόρες κρατούσαν λίγο, αλλά ήταν τόσο ορμητικές που έπαιρναν τα πάντα στο σύντομο πέρασμα τους.
Κάποιες φορές, ευτυχώς δε θυμάμαι πάρα πολλές οι σταφίδες χάθηκαν μέσα στη λάσπη. Και η πιο τραγική εικόνα που έχει χαραχτεί στη μνήμη μου είναι οι άνθρωποι απελπισμένοι στους οψιγιάδες να πιάνουν με τα ροζιασμένα και κουρασμένα χέρια τους, τη σταφίδα μέσα από κολύμπες νερό.
Αυτή η σταφίδα ήταν ήδη κατεστραμμένη αλλά οι ίδιοι ήθελαν χρόνο να το πάρουν απόφαση, ότι έχασαν μεροκάματα και έξοδα. Δεν ήταν λίγα, λιπάσματα, ψεκαστικά, σκαψίματα, κλαδέματα, κουτσοτρουλίσματα, τρύγο και άπλωμα. Στο τέλος σήκωναν τα μάτια στον ουρανό, έπαιρναν δύναμη και ανασκουμπώνονταν ξανά. Γιατί είπαμε: αυτή η γενιά είχε μεγαλώσει σκληρά για να επιτρέψει να τη βάλει κάτω μια θεομηνία.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου