Οι μνήμες της παιδικής μας αθωότητας στην αγρύπνια της Παναγίας Καλυβιανής

 


Μια αμυδρή εικόνα ονείρου, ξυπνά μέσα μου ο Δεκαπενταύγουστος, που για όσους μεγάλωσαν στη Μεσαρά, στο νότιο τμήμα του νομού Ηρακλείου είναι άρρηκτα δεμένος με την Παναγία την Καλυβιανή. Τι κι αν το έζησα το όνειρο τόσες φορές ως παιδί, κάθε φορά που πλησιάζει ο Δεκαπενταύγουστος ξυπνά ολοζώντανο μέσα μου, φέρνοντας θύμησες τρυφερές και γλυκές, σε έναν κόσμο που συνεχίζει να κάνει μια μικρή ανάπαυλα στην σκληρή καθημερινότητα του, για να ζήσει το Πάσχα του Καλοκαιριού.


Σήμερα οι μνήμες αυτές ξύπνησαν άτσαλα μέσα στο φόβο της πανδημίας του κορονοιού και την είδηση ότι φέτος, απόψε, θα γίνει μια αγρυπνία προσαρμοσμένη στις συνθήκες των καιρών, των δύσκολων καιρών που ζούμε.


Ξεκινούσαμε λοιπόν, εκείνα τα χρόνια, με τα έκτακτα δρομολόγια του ΚΤΕΛ να πάμε την παραμονή της Παναγίας για να ζήσουμε τη Μεγάλη Αγρύπνια. Τα λεωφορεία, παλιά κι αγκομαχούσαν κι από τους υπεράριθμους επιβάτες που είχαν μαζί τους τόσα μπαγκάζια λες και πήγαιναν για πολυήμερες διακοπές. Κουβέρτες, σεντόνια, μαξιλάρια και παιδιά που φωνασκούσαν συνεχώς γέμιζαν εκείνα τα λεωφορεία. Κι όσο νωρίτερα πήγαινες, τόσο καλύτερη θέση μπορούσες να βρεις πίσω από το ιερό της εκκλησίας.


Ανάμεσα στη θρησκευτικότητα που προσπαθούσαν να μας επιβάλλουν οι μανάδες μας μιλώντας μας για μήνες πριν γΜια τα πραγατικά θαύματα, που έκανε η ούτως ή άλλως αγαπημένη μας Παναγία, στη θρησκοληψία που δημιουργούσε το παιδικό μας μυαλό και στη διάθεση για … χαβαλέ και ελευθερία σε ένα χώρο περιορισμένο που όμως μπορούσαμε να πηγαίνουμε όπου θέλαμε, περιμέναμε με νοσταλγία την παραμονή της Παναγιάς. Από την αρχή του Καλοκαιριού άλλωστε μαζεύαμε τα χαρτζιλίκια μας, για να ψωνίζουμε στο Πανηγύρι.


Οι ψαλμωδίες άρχιζαν κι εμείς αλωνίζαμε. Κατά τα ξημερώματα, αποκαμωμένα ξαπλώναμε στις κουβέρτες πίσω από το ιερό και παίρναμε τον πιο γλυκό ύπνο της ζωής μας, υπό τους ήχους της Βυζαντινής Μουσικής η οποία και σήμερα στο Μοναστήρι υμνείται με τρόπο μοναδικό.


Αλλά μη φανταστείτε πώς ο ύπνος αυτός κρατούσε και πολύ. Ένα Ευαγγέλιο ή κάτι άλλο που δε θα έπρεπε να το ακούμε καθιστοί, και πολύ περισσότερο ξαπλωμένοι, έκαναν τις μανάδες μας να μας ξυπνούν κάθε τόσο.


Την επόμενη μέρα και μετά τη λειτουργία και αφού είχαμε χαιρετήσει εκατοντάδες φίλους και γνωστούς που ήταν πιστοί στο ραντεβού του Δεκαπενταύγουστου στην Καλυβιανή, κατηφορίζαμε προς την έξοδο. Μη φανταστείτε ότι ήταν εύκολη υπόθεση να φθάσεις ως το λεωφορείο του ΚΤΕΛ, οι επισκέπτες ήταν και είναι χιλιάδες.


Τί κι αν πέρασαν οι δεκαετίες; Για μας που μεγαλώσαμε εκεί το ραντεβού πάντα ισχύει. Και μπορεί να μην πηγαίνουμε με το ΚΤΕΛ, ούτε να κοιμόμαστε σε κουβέρτες πίσω από το ιερό, αλλά συνεχίζουμε να πηγαίνουμε κάθε χρόνο. Για να βρούμε την Παναγία, έστω κι αν η εικόνα της έχει κλαπεί βυθίζοντας στη θλίψη ολόκληρη τη Μεσαρά, αλλά και για να συναντήσουμε τη χαμένη αθωότητα των παιδικών μας χρόνων.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ζώντας κάθε Μεγαλοβδομάδα το θαύμα με το προζύμι στα πόδια του Σταυρωμένου Ιησού!

Η Φροσύνη με τα ανοιχτά χέρια, τα λουλούδια και τη μεγάλη καρδιά

Του Αγίου Αντωνίου, μια μέρα με μυρωδιές, λάμψη και χαμογελαστούς ανθρώπους!