Μνήμες επιστράτευσης το 1974 στο παζάρι των Μοιρών
Μνήμες ζωντανές και νωπές 46 χρόνια μετά την Τούρκικη εισβολή στην Κύπρο, ξεπηδούν από το μυαλό μου. Άλλωστε τα σημαντικά γεγονότα καταγράφονται στο μυαλό των παιδιών, τόσο έντονα που δεν μπορούν να τα ξεχάσουν ποτέ.
Ήμουν 9 χρονών και όπως πάντα τα Σάββατα είχαμε πάει στο παζάρι των Μοιρών για τα ψώνια της εβδομάδας. Ξαφνικά μέσα στην αφόρητη ζέστη άκουσα πρώτα ένα βουητό και την λέξη «επιστράτευση» να περιφέρεται- με τρόμο- από το ένα στόμα στο άλλο.
Άνθρωποι άρχισαν να τρέχουν αλλόφρονες πάνω-κάτω, οι γυναίκες προσπαθούσαν μα μαζέψουν τα παιδιά τους και οι άντρες έψαχναν να δουν που θα πάνε. Εγώ δεν καταλάβαινα τι θα πει αυτό, ούτε που θα πήγαιναν και συνεχώς ρωτούσα τη μητέρα μου που έτρεχε δίπλα μου ( η αλήθεια είναι πώς δεν ξέραμε που πηγαίναμε) τι θα πει «επιστράτευση». Τα χε χαμένα μάλλον γιατί έξι φορές μου απάντησε πως «επιστράτευση» θα πει «επιστράτευση». Την έβδομη φορά που ρώτησα μια γριά που βρέθηκε κοντά μου είπε πως «επιστράτευση» θα πει «πόλεμος». Ασυναίσθητα άρχισα να ουρλιάζω, η δασκάλα μου είχε πει πως ο «πόλεμος» είναι κακό πράγμα.
Χρειάστηκε να μου ρίξουν νερό για να σταματήσω τα ουρλιαχτά την ώρα που φθάσαμε σε ένα παλιό λεωφορείο, εμείς και μιλιούνια άλλοι, για να μας πάει στο χωριό μας. Όμως ο οδηγός έλεγε πως «ήταν επιταγμένο από τον ελληνικό στρατό».
Με την παρέμβαση ενός αστυνομικού μας έχωσαν ίσαμε 100 γυναίκες και παιδιά, στο λεωφορείο που είχε 32 θέσεις καθήμενων, και μας πήγε στο χωριό μας κάνοντας το τελευταίο δρομολόγιο πριν την επίταξη.
Το βράδυ κάναμε όπως- όπως το γάμο της θείας μου σε ένα τραπέζι φτωχικό, αφού τα τρόφιμα σε λίγες ώρες έγιναν είδος προς εξαφάνιση και το πρωί ο γαμπρός παρουσιάστηκε στο στρατό.
Τις επόμενες μέρες έβλεπα τους θείους μου και τους χωριανούς μου με στολές να πηγαίνουν πάνω κάτω και τους γηραιότερους που δεν πήγαν στον στρατό να κρατούν κατηφείς τα κεφάλια τους, να ακούνε ραδιόφωνα και να κουβεντιάζουν.
Ήταν η περίοδος της ζωής μου που είδα τα περισσότερα κλαμένα μάτια χωρίς να πεθάνει κανείς. Αλλά εκείνο που με έκαιγε τότε ήταν πως όπως έγινε βιαστικά ο γάμος η νύφη δε φόρεσε νυφικό και φυσικά εμείς τα παρανυφάκια, τα παρανυφιάτικα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου