Ο σιδεράς που μου έμαθε .... να μετράω τα άστρα
Ο θείος μου ο Βασίλης ήταν ευαίσθητος και αντισυμβατικός. Ήταν όμορφος και δυνατός αλλά διέφερε από τους θείους που ως τότε ήξερα.
Μπήκε, ξαφνικά μπορώ να πω, στη ζωή μου όταν ήμουν 10 χρονών με μια εξ αγχιστείας συγγένεια από κείνες που θαρρείς πως ο Θεός σου χάρισε.
Πολυταξιδεμένος στα νιάτα του φθάνοντας ως την Αμερική και την Αυστραλία δουλεύοντας ως ναυτικός στα καράβια. Στη συνέχεια είχε γίνει σιδεράς και κάποια στιγμή η ζωή του τον “έριξε” στη Μεσαρά, που δεν ήταν ο τόπος του αλλά έγινε η δική του πατρίδα.
Κάθε βράδυ, ανάλογα με τον καιρό καθόμαστε στην αυλή και “ταξιδεύαμε” στα άστρα. Κοιτώντας άλλοτε τον υπέρλαμπρο ουρανό κι άλλοτε τον αδιαπέραστο από το γυμνό μάτι, ο θείος που έλεγε όλα τα παιδιά μπαρμπούνια, μου έλεγε για την Πούλια, τον Αυγερινό, την πολική άρκτο. Κάποιες φορές ξενυχτούσαμε για να τα δω και να μάθω πως και τα αστέρια έχουν την ώρα τους.
Κι ανάμεσα σε κουβέντες για τα καγκουρώ που είχε δει και τα δάση που πήγε μάθαινα πως η γη είναι μεγάλη και το σύμπαν απέραντο. Μου άρεσε να μου λέει τις ιστορίες πως ο άνθρωπος πήγε στη σελήνη και πως δε θα μπορέσουμε να φθάσουμε ποτέ στον ήλιο όχι μόνον γιατί θα μας κάψει.
Οι φάσεις της σελήνης που "πείραζαν" τα νερά στους ωκεανούς και τα ποτάμια της γης αλλά και τους ανθρώπους με ευαίσθητο νευρικό σύστημα με εντυπωσίαζαν. Όπως κι όταν συζητούσαμε για τη γέμωση και τη λίγωση του φεγγαριού και τα παρατηρήματα που είχαν στο χωριό.
Τα αστέρια που έσβηναν στα άλλα ηλιακά συστήματα και κείνα που είχαν πεθάνει από καιρό και όπως μου έλεγε βλέπαμε τον αντικατοπρισμό τους ήταν κάτι που με στενοχωρούσε. Όπως και για τα “ταξίδια” στα άλλα ηλιακά συστήματα που ακόμα κάνω νοερά έχοντας πάρει απόφαση ότι τα εκατομμύρια έτη φωτός δεν είναι απλώς μακριά για να φτάσουμε αλλά τελικά και για να σκεφτούμε.
Κι ο θείος έλεγε κι έλεγε κι εγώ ρουφούσα σαν σφουγγάρι. Γινόταν παιδί και γελούσαμε μαζί όταν με σιγουριά λέγαμε πως σίγουρα υπάρχει ζωή και σε άλλους πλανήτες, καθώς κοιτούσαμε την απεραντοσύνη του σύμπαντος, και σίγουρα κάποτε εμείς θα πάμε ή αυτοί θα έρθουν.
Και καθώς μεγάλωνα κι έφευγα και “πετούσα” αγαπούσα το σύμπαν και αναπολούσα τα φεγγαρόλουστα βράδια στη Μεσαρά. Δεν ρώτησα ποτέ το θείο μου που τα ήξερε όλα αυτά.
Βλέπετε μου φαινόταν απολύτως φυσιολογικό ένας σιδεράς να ξέρει τα πάντα για το σύμπαν.
Ο θείος ο Βασίλης πάνε έξι χρόνια που έφυγε από τη ζωή και νομίζω πως αν υπάρχει ζωή μετά θάνατον θα ήταν ευτυχής να αιωρείται στο σύμπαν ανάμεσα στους πλανήτες. Εγώ πάντως όταν βλέπω αστέρια τον θυμάμαι και τον σκέφτομαι. Και νομίζω πως είναι το πιο λαμπερό!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου